Τρίτη 18 Αυγούστου 2009

"ΔΩΔΕΚΑ" : Μέρος 2ο - Στο σπίτι με τους γονείς

Η Ελένη σηκώθηκε.

- Λοιπόν εγώ σας αφήνω. Μιάμιση η ώρα. Πρέπει να συνεχίσω τα ψώνια… κι έχω να μαγειρέψω και για τον μικρό.

- Για κοίτα λίγο έξω, άρχισε να ψιχαλίζει…θα σου χαλάσει και το μαλλί φιλενάδα, είπε με …καλαμπουριτζίδικη διάθεση ο Ανδρέας.

Η Ζωή κοίταξε έξω.

- Για να δω …νομίζω είχα πάρει ομπρέλα πριν φύγω από το σπίτι. Να …έλα πάρτην. Εγώ θα πάω με τον Ανδρέα σπίτι.

- Α ρε Ζωή με έσωσες πάλι…

- Ανδρέα πάμε; Έλα να φάμε σπίτι με τους γονείς μου…η μαμά έχει κάνει το αγαπημένο σου φαγητό. Κανελόνια με κιμά.

- Μου τρέχουν ήδη τα σάλια …πάμε γιατί θα βρούμε και πολύ κίνηση στην Κηφισίας.

Ο Ανδρέας κέρασε τους καφέδες .Τζέντλεμαν όπως πάντα! Έπιασε αγκαζέ τη Ζώη , αποχαιρέτισαν την Ελένη…βγήκαν…

- Θα οδηγήσω εγώ αυτή τη φορά. Δε πιστεύω να έχεις πρόβλημα;
Η Ζωή οδηγούσε πάντα εκείνη το αμάξι της.

- Όχι. Κανένα. Αλλά άσε…είναι αυτόματο και δεν τόχεις συνηθίσει….

Ο Ανδρέας , πραγματικά…κολλημένος με τα αυτοκίνητα, ήταν έτοιμος να της κάνει λίγη πλάκα αλλά πήρε μια βαθειά ανάσα και χαμογέλασε. Οδηγεί ένα τεράστιο και πολυτελέστατο μαύρο Καγιέν στο οποίο έφτασε αφού άλλαξε πολλά αυτοκίνητα. Ακριβό χόμπι αλλά …πιάνει τόπο κάθε φορά που θέλει να εντυπωσιάσει.

- Τέλος πάντων…θα το αντέξω

Η Ζωή έμενε με τους γονείς της και με το Θωμά, τον μικρότερο αδερφό της σε ένα πολύ όμορφο πεντάρι. Ρετιρέ, στο Μαρούσι, στο ύψος της στροφής για τα Μελίσσια. Βεράντες να παίξεις ποδόσφαιρο και θέα του έκτου ορόφου να σου κόβει την ανάσα. Είχε βέβαια από μικρή υψοφοβία. Γι αυτό δεν πλησίαζε και πολύ στα κάγκελα. Τον καφέ της πάντως τον έπινε εκεί κάποια καλοκαιρινά απογεύματα. Ο καφές για τη Ζωή ήταν ιερό πράγμα. Καφές και τσιγάρο. Δεν έκανε πίσω.

Ο πατέρας της, δεξί χέρι ενός βουλευτή και υπουργού της Κυβέρνησης, είχε σπουδάσει νομικά αλλά τον κέρδισε η πολιτική. Από φοιτητής είχε φάει πολύ ξύλο με τις φοιτητικές παρατάξεις. Αφίσα και καδρόνι…πορείες και συνθήματα. Ήταν καλός στη…ντουντούκα και τα συνθήματα. Ακόμη είχε τον τηλεβόα σ’ ένα ντουλάπι κι όταν, παλιότερα, κάποιο παιδί , έκανε φασαρία, έκανε κι αυτός την …πλάκα του: Άνοιγε το ντουλάπι, τον άρπαζε κι έβαζε τις φωνές.

Ήταν ένας αυστηρός άνθρωπος. Αλλά και μέσα στο πολιτικό σύστημα, βοήθησε πολλούς… πολλούς τους εκμεταλλεύτηκε κι ο ίδιος, όσο μπορούσε, έβγαλε το κατιτίς του. Εξ ου και το άνετο σπίτι. Σε αυτό που εκείνος θεωρούσε επάγγελμα, τη ψηφοθηρία, πέτυχε. Στο να είναι ένας σωστός πατέρας και σύζυγος, μάλλον όχι και τόσο. Οι σχέσεις του με τα παιδιά και τη γυναίκα του … μάλλον τυπικές. Είχε μια οικογένεια με πρόβλημα όλα αυτά τα χρόνια: Κανείς τους δεν εκδήλωνε τα συναισθήματά του. Τα κρατούσαν όλα μέσα τους.

Από την άλλη η μητέρα της μια απλή καθημερινή Ελληνίδα μαμά με κύριο επάγγελμα της το μεγάλωμα των παιδιών. Άνεργη δηλαδή. Αλλά και …υπεραπασχολούμενη… όπως όλες οι –ας πούμε- άνεργες «νοικοκυρές». Που ούτε ένσημα τους «κολλάνε». Κι ο κυρ Χρήστος κουβέντα όλα αυτά τα χρόνια για να εργαστεί η γυναίκα του. Τον βόλευε αυτή η κατάσταση. Ήξερε πως πάντα κάποιος είναι εκεί και τον περιμένει να γυρίσει…

- Βρες καλώς τα παιδιά, Πάνω στην ώρα, μόλις έβγαλα το φαγητό από τον φούρνο.

- Γεια σας κυρία Ασπασία, τι κάνετε; Κάτι νόστιμο μου μυρίζει…

- Το αγαπημένο σου φαγητό μυρίζει Ανδρέα μου, κανελλόνια με κιμά έκανα, πέρνα να καθίσεις, τώρα έρχεται κι ο Χρήστος. Όπου νάναι τρώμε.. Πήγε μια βόλτα με το Θωμά.


-Ρε μαμά αφού σου είπα ότι θα τον πήγαινα εγώ το απόγευμα …
-Δε ξέρω κόρη μου, ρώτα τον τώρα που θα έρθει, σε δυο λεπτά έρχονται…
Ο Ανδρέας, με τον …αέρα του «αγαπημένου», είχε ήδη στρωθεί σε μια πολυθρόνα.
-Ζωή ελπίζω να ξέρεις να μαγειρεύεις αυτές τις νόστιμες συνταγές από τη μαμά σου, ε;

Η Ζωή έκανε πως δεν άκουσε. Ήξερε που το πάει ο Ανδρέας…

- Μη φοβάσαι Ανδρέα, η Ζωή θα γίνει καλή νοικοκυρά…

Και η συζήτηση διακόπηκε αφού γύρισαν σπίτι πατέρας και γιος. Ο Θωμάς με το που είδε τον Ανδρέα και τη Ζωή χαμογέλασε πλατιά την ώρα που ο κυρ Χρήστος άφηνε τις ομπρέλες έξω να μην κάνει νερά και του …βάλει τις φωνές η σύζυγος.

-Υπάρχει περίπτωση και να χιονίσει λένε…

- Γι αυτό βιάστηκες να πας το Θωμά βόλτα ρε μπαμπά; Αφού τα είχαμε κανονίσει. Δεν στο είπε;

Νευρίασε ο κύριος Χρήστος. Δεν ήθελε και πολύ.

- Μου τόπε. Και λοιπόν; Δεν θα σου δώσω και λογαριασμό, ας σήκωνες και κανένα τηλέφωνο, τρεις φορές σε πήρα…

Του είχε αδυναμία του Θωμά, του «μικρού» της αδελφού η Ζωή. Όλοι του είχαν αδυναμία. Στην αρχή, γιατί απλώς, ήταν ο «μικρός». Μετά γιατί είχε τα προβλήματα του και τη χρειαζόταν την αγάπη και τη συμπαράστασή τους. Και στο τέλος, γιατί τα κέρδισε όλα αυτά. Πρωτοετής φοιτητής στην Φιλοσοφική Αθηνών, καλός μαθητής που του άρεσε πάντα το διάβασμα και η λογοτεχνία, επιμελής και έξυπνος, κατάφερε και μπήκε πρώτος στην φιλοσοφική Ιωαννίνων αν και 7 χρόνια ουσιαστικά ανάπηρος. Και μετά, πήρε μεταγραφή για Αθήνα.

Είχε κι άλλον ένα λόγο η Ζωή που του είχε αδυναμία: Θεωρούσε τον εαυτό της υπαίτιο για την αναπηρία του. Και την είχε κολλημένη πάντα, συνέχεια στο μυαλό της εκείνη τη μέρα, εκείνο το απόγευμα.

Καλοκαίρι του 1992 και η Ζωή είχε πάρει ένα μικρό σκουτεράκι και όπως όλα τα μικρά παιδιά έτσι κι ο Θωμάς επέμενε πολλές φορές να τον πάει βόλτα. Έτσι έγινε κι εκείνο το βραδάκι που σημάδεψε για πάντα και τη Ζωή και το Θωμά.

Ενώ τα δύο αδέρφια πήγαν για μια βόλτα, ο οδηγός ενός άδειου λεωφορείου έχασε τον έλεγχο και το «θηρίο», έπεσε πάνω στα δυο παιδιά. Η Ζωή έκανε ό, τι περνούσε απ΄ το χέρι της για να αποφύγει τη σύγκρουση όμως τελικά ήταν αναπόφευκτη. Σχεδόν επάνω της έπεσε το λεωφορείο.

Τους πήγαν και τους δυο ,σοβαρά τραυματισμένους, στο νοσοκομείο. Η Ζωή είχε χάσει πολύ αίμα. Θα χρειαζόταν οπωσδήποτε μετάγγιση. Και αμέσως. Ο μικρός Θωμάς είχε τραυματιστεί άσχημα στην σπονδυλική του στήλη.

Η Ζωή το ξεπέρασε το πρόβλημα. Βγήκε 3-4 μέρες μετά , ύστερα από 2-3 μάλλον εύκολες επεμβάσεις αποκατάστασης στα χέρια, το πόδι και το κεφάλι και με ράμματα από το νοσοκομείο και μ ένα άσχημο σκίσιμο στο μέτωπο που θα χρειαζόταν οπωσδήποτε πλαστική. Ο μικρός Θωμάς δεν είχε κανένα σοβαρό τραύμα. Αλλά μπόρεσε να βγει ενάμιση μήνα αργότερα, πάνω σε αναπηρικό καροτσάκι.

Μάλλον δεν θα μπορούσε να ξαναπερπατήσει. Εκτός κι αν…

1 σχόλιο: